....

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΑΛΙΩΠΗΣ: Ο «ΜΑΓΟΣ» ΤΗΣ ΤΡΟΜΠΕΤΑΣ

Συνέντευξη στην Κατερίνα Τσουκαλά

Τον τρομπετίστα Περικλή Αλιώπη τον γνωρίζουμε πολύ καλά, αφού τον έχουμε θαυμάσει σε κονσέρτα της Λυρικής σκηνής, μας είχε ταξιδέψει στη «Βαβέλ» της Νατάσας Μποφίλιου, μας έχει ξεσηκώσει στο Νίκο Βέρτη, τον έχουμε απολαύσει με τους Chouska  και με το Periklis Aliopis Trio. Ο γνωστός βιρτουόζος σολίστας έχει στο παλμαρέ του συνεργασίες με πολλούς καταξιωμένους καλλιτέχνες. Μια πορεία γεμάτη εμπειρίες, εικόνες και μουσική.

Από την Εδεσσα στην Πάτρα, πως βρεθήκατε; Ποια η καλλιτεχνική́ σας διαδρομή́;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Έδεσσα, εκεί πήρα τα πρώτα μαθήματα μουσικής, στην συνέχεια σπούδασα στο Κρατικό́ Ωδείο Θεσσαλονίκης και από́ πολύ́ μικρός ξεκίνησα να εργάζομαι ως μουσικός στην Αθήνα, όπου και εγκαταστάθηκα μόνιμα πια μετά το δίπλωμα μου.

Η Πάτρα ήταν πάντοτε σταθμός στις περιοδείες των παραστάσεων που συμμετείχα ανά́ τα χρόνια και την είχα γνωρίσει ως επισκέπτης. Το 2016 λοιπόν με αφορμή́ μια συναυλία με την αγαπημένη Νατάσα Μποφίλιου βρισκόμουν στην Πάτρα για λίγες μέρες, είχα την τύχη να συναντηθούμε με την σύζυγό μου Νικολέττα Μπακοπούλου και από́ τότε η σχέση μου με την πόλη έγινε μόνιμη, όταν πια γεννήθηκε η κορούλα μας επιλέξαμε να έχουμε ως βάση την Πάτρα και όχι την Αθήνα για λόγους ποιότητας ζωής.

Μια καριέρα με σημαντικές συνεργασίες στον καλλιτεχνικό χώρο. Ποια η εμπειρία που αποκομίσατε από αυτές;

Οι γονείς μου στήριξαν τις επιλογές μου παρότι δεν βρίσκονταν, επαγγελματικά τουλάχιστον, στον καλλιτεχνικό χώρο, και γι’ αυτό τους είμαι ευγνώμων.

Υπήρξα πολύ τυχερός με τους δασκάλους που συνάντησα, άνθρωποι πραγματικά αφοσιωμένοι στη μουσική και τη διδασκαλία της, με πραγματική αγάπη για αυτό που κάνουν. Επίσης από μικρή σχετικά ηλικία είχα την τύχη να συνεργαστώ με καλλιτέχνες που θαυμάζω και από τότε που ξεκίνησα τη μουσική ονειρευόμουν να βρεθώ μαζί τους στην σκηνή. Έχω πάρει πολύ σημαντικά μαθήματα παρατηρώντας τους καλλιτέχνες που θαυμάζω. Το πάθος τους για την τέχνη τους, τη σκληρή και αδιάκοπη δουλειά, το σεβασμό στους παλαιότερους δημιουργούς, την προσοχή στις λεπτομέρειες.

Ποια συνεργασία θα ξεχωρίζατε και γιατί́;

Σίγουρα δεν μπορώ να επιλέξω μόνο μία. Το πιο σημαντικό νομίζω είναι πως όλες μου προσέφεραν εφόδια, μοναδικές συγκινήσεις και εμπειρίες ώστε να προχωρήσω στην επόμενη, πρόσθεσαν κάτι που έλειπε, αφαίρεσαν κάτι που ήταν περιττό και μου έμαθαν πολλά́.

Πόσο εύκολη ήταν η καθιέρωση σας με ένα μουσικό όργανο δύσκολο θα μπορούσαμε να πούμε και όχι τόσο διαδεδομένο, όπως η τρομπέτα;

Η καθιέρωση είναι σχετική και σίγουρα στις μέρες μας δεν συνεπάγεται αυτόματα και μια επαρκή επαγγελματική ασφάλεια που ενδεχομένως θα σήμαινε μια ανάλογη επαγγελματική πορεία πριν μερικές δεκαετίες για έναν μουσικό.

Η τρομπέτα είναι το μέσο που διάλεξα για να εκφραστώ, θα μπορούσε να είναι ίσως κάποιο άλλο όργανο, η φωνή μου, ή ακόμα και μια άλλη μορφή τέχνης.

Νομίζω πως αυτό που με συγκλόνισε όταν ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με την τρομπέτα είναι ο ήχος, που παράγεται από εσένα τον ίδιο, την πνοή και τις δονήσεις του σώματος σου, έτσι το αποτέλεσμα είναι πολύ χαρακτηριστικό και προσωπικό, ανάλογο του μουσικού που παίζει.

Το τώρα σας βρίσκει, ως καθηγητή με σύμβαση ορισμένου χρόνου στο Δημοτικό́ Ωδείο Πατρών. Πόσο αβέβαιο φαντάζει το αύριο;

Είναι μεγάλη τιμή και ευθύνη η διδασκαλία για ένα μουσικό, ακόμα μεγαλύτερη σε ένα ιστορικό ωδείο. Η τάξη της τρομπέτας στο Δημοτικό Ωδείο Πατρών είναι η σημαντικότερη θέση που έχω αναλάβει ποτέ. Είμαι ξεκάθαρα υπέρ της διαδικασίας των ακροάσεων (για τους μουσικούς) και γενικότερα των διαγωνισμών, τόσο για τις κενές  θέσεις του Ωδείου και των καλλιτεχνικών δομών του Πολιτιστικού Οργανισμού όσο και για όλες τις θέσεις εργασίας γενικότερα. Ωστόσο το σημερινό καθεστώς των συμβάσεων ορισμένου χρόνου δεν αποτελεί λύση, ούτε για τους φορείς που αναγκάζονται να προχωρούν σε αυτές, ούτε για τους εργαζομένους, ούτε τελικά και για τους πολίτες στους οποίους παρέχονται οι υπηρεσίες.

Μιλάμε μάλιστα για θέσεις, που αφορούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες των δομών και όχι μεμονωμένες και περιστασιακές εργασίες, οι οποίες καλύπτονται έτσι και αλλιώς με συμβάσεις έργου.

Σκόπιμα λοιπόν ο νομοθέτης προβάλλει το επιχείρημα της αξιολόγησης μέσω των συνεχομένων διαγωνισμών. Είναι παράδοξο έως και αστείο το επιχείρημα αυτό. Μοναδικός γνώμονας για την πολιτική αυτή είναι η τυφλή μείωση του «κόστους» και αντίστοιχα ο περιορισμός της χρηματοδότησης των δομών.

Για εμένα κανένας εργαζόμενος που προσφέρει με ευσυνειδησία και υπευθυνότητα τη δουλειά́ του δεν είναι «περιττό έξοδο» στην κοινωνική αλυσίδα.

Διαφωνώ με το γνώριμο δυστυχώς, για όλους τους νέους εργαζομένους, της γενιάς μου καθεστώς. Όποιος εργάζεται με τέτοιους όρους γνωρίζει πολύ καλά το μόνιμο άγχος για την επόμενη χρονιά, τα απρόοπτα εμπόδια που μπορεί να συναντήσει (από την απουσία ενός υπαλλήλου σε μια υπηρεσία, έως τις πρόωρες εκλογές που μπορεί να προκύψουν κτλ) με αποτέλεσμα την καθυστέρηση έναρξης των συμβάσεων, τη δυσκολία των κενών μηνών, τη δέσμευση που μια τέτοια διαδικασία απαιτεί, αφού για να συμμετάσχεις σε έναν διαγωνισμό́ πρέπει να αφήσεις πίσω άλλες υποχρεώσεις και ευκαιρίες. Πρέπει να βρεθεί μια λύση που να προσφέρει ίσα εργασιακά δικαιώματα και αξιοπρέπεια σε όλους. Με διαφάνεια και αξιοκρατία. Αυτό διεκδικούν και οι εργαζόμενοι του Πολιτιστικού Οργανισμού.


 

 

Κατηγορία: 

Σχόλια - Facebook Comments